Έχω φτάσει στο προσωπικό συμπέρασμα πως, ενώ όλοι οι καλλιτέχνες δεν είναι σκακιστές, όλοι οι σκακιστές είναι καλλιτέχνες.
Μαρσέλ Ντυσάν
Πριν από περίπου 22 χρόνια, διεξήχθη ίσως ο πιο ανατρεπτικός τελικός παγκόσμιου πρωταθλήματος στο σκάκι. Αντιμέτωποι ήταν, από τη μια πλευρά, ο (επί 15ετίας) κάτοχος του τίτλου και πανθομολογουμένως κορυφαίος παίκτης του πλανήτη, Γκάρι Κασπάροφ, κι απ’ την άλλη, ένας παλιός μαθητής του, ο Βλάντιμιρ Κράμνικ. Ο τελικός αποτελούνταν από 15 παρτίδες∙ όποιος συγκέντρωνε τους περισσότερους βαθμούς θα στεφόταν παγκόσμιος πρωταθλητής, ενώ, σε περίπτωση ισοβαθμίας, τον τίτλο θα διατηρούσε ο Κασπάροφ. – Καθώς βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου ο τελευταίος διαλύει με τρομακτική ευκολία λίγο-πολύ οποιονδήποτε αντίπαλο σε οποιαδήποτε περίσταση (από επίσημα μεγάλα τουρνουά μέχρι φιλικές παρτίδες σε αμερικάνικα talk shows), η μοίρα του τελικού έμοιαζε προδιαγεγραμμένη: όλοι πίστευαν ότι, εύκολα ή δύσκολα, ο σπουδαίος Γκάρι θα έκαμπτε (και) την αντίσταση του φιλόδοξου πρώην μαθητή του, και θα αναδυόταν για άλλη μια φορά ως ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος-πρωταθλητής. Παρόλα αυτά, σε 15 ολόκληρους αγώνες το «τέρας από το Μπακού» δεν κατάφερε να σημειώσει ούτε 1 νίκη! Το άνοιγμα που έπαιξε ο Κράμνικ, το διαβόητο (από το συγκεκριμένο ματς και έκτοτε) «τείχος του Βερολίνου», αιφνιδίασε παραλυτικά τον Κασπάροφ, και κάπως έτσι φτάσαμε στο τελικό σκορ που διαμορφώθηκε 6,5-8,5 υπέρ του «Μεγάλου Βλαντ»…
Μιλώντας αρκετά χρόνια αργότερα για τον αλησμόνητο θρίαμβό του στον τελικό του 2000, ο Ρώσος σκακιστής παραδέχτηκε έμμεσα ότι ο Κασπάροφ ήταν ένας παίκτης άλλου επιπέδου, και ότι χρειαζόταν πρωτίστως να αναπτύξει μια κατασταλτική στρατηγική για την επιθετικότητά του, προκειμένου να επικρατήσει: ο μόνος τρόπος για να τον κερδίσει ήταν να παίξει κάτι βαρετό και ανενθουσιώδες, στέρεο αμυντικά, καλά (προ)υπολογισμένο και χωρίς ρίσκο. Για το «τείχος του Βερολίνου», συγκεκριμένα, δήλωσε πως τον βοήθησε να φτιάξει ένα οχυρό που ο αντίπαλός του θα μπορούσε «να πλησιάσει αλλά όχι να παραβιάσει».
Σε άλλη συνέντευξή του, έχει δηλώσει πως είναι «πεπεισμένος ότι ο τρόπος με τον οποίο παίζει κάποιος σκάκι, πάντα αντανακλά την προσωπικότητά του. Αν κάτι ορίζει τον χαρακτήρα του, τότε αυτό θα ορίσει και τον τρόπο παιχνιδιού του». Η ψυχρά υπολογισμένη στρατηγική του Κράμνικ αναμφίβολα προδίδει κάτι από τη δική του προσωπικότητα. Ο ίδιος έχει κατά καιρούς περιγράψει τον εαυτό του ως «πολύ ήρεμο», μετρημένο αλλά και με αυτοπεποίθηση, ενώ έχει εξίσου παραδεχθεί ότι είναι στοιχείο του χαρακτήρα του το να μην εξωτερικεύει τα συναισθήματά του: ο Κράμνικ έχει σίγουρα το «τείχος του Βερολίνου» στον χαρακτήρα του.
Το σκάκι στ’ αλήθεια αντικατοπτρίζει στοιχεία του χαρακτήρα μας, όπως και τις βιωμένες εμπειρίες μας, είτε εντός παιχνιδιού είτε εκτός. Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος συνήθιζε να παρομοιάζει τη ζωή με το σκάκι, στον βαθμό που και στα δύο υπάρχουν πόντοι για να κερδίσουμε, όπως και αντίπαλοι ή διεκδικητές για να αναμετρηθούμε. Ένας από τους πιο επιδραστικούς σκακιστές στο γύρισμα του 20ου αιώνα, ο Ζίγκμπερτ Τάρας, είπε κάποτε ότι «το σκάκι μπορεί, όπως η μουσική και ο έρωτας, να κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους». Εκτός αυτών, όμως, μπορεί και να τους διδάξει. Ακολουθούν 5 διδάγματα ζωής που μπορεί να σου δώσει το σκάκι.
#1: Όταν πιστεύεις ότι γνωρίζεις κάτι, στην πραγματικότητα δε γνωρίζεις τίποτα.
(«Αυτοί που λένε ότι καταλαβαίνουν το σκάκι, δεν καταλαβαίνουν τίποτα». – Ρόμπερτ Χίμπνερ)
Η ανάπτυξη πανίσχυρων σκακιστικών μηχανών, τα τελευταία 15 χρόνια, έχει μεταπλάσει συλλήβδην την προετοιμασία των σκακιστών όπως και το ίδιο το παιχνίδι. Πράγματι, υπό την εξονυχιστική διερεύνηση προγραμμάτων με ασύλληπτη υπολογιστική ισχύ (με δυνατότητα για υπολογισμούς εκατομμυρίων κινήσεων το δευτερόλεπτο), θεωρητικές προσεγγίσεις δεκαετιών έχουν ολοκληρωτικά αναμορφωθεί και η μακραίωνη παραδεδεγμένη αξία ανοιγμάτων έχει ριζικά αναθεωρηθεί.
Ενόσω η συντριπτική πλειοψηφία των αγώνων στο υψηλότερο επίπεδο τελειώνουν ισόπαλοι, οι Grandmasters σπαταλούν όλο και περισσότερο χρόνο σε ενδελεχείς αναζητήσεις κάποιας απρόβλεπτης παρέκκλισης σε χιλιοπαιγμένες «γραμμές». Ακόμα κι αν κάποιος παίκτης θεωρείται ειδήμων σε συγκεκριμένα ανοίγματα, κάθε τόσο θα προκύψει μια καινούργια ιδέα που θα τον αποσυντονίσει και θα τον βγάλει έξω από την προετοιμασία του. – Ομοίως και στη ζωή: όταν νομίζεις ότι γνωρίζεις (και άρα έχεις υπό τον έλεγχό σου) κάτι εξολοκλήρου, αυτό που συμβαίνει, στην πραγματικότητα, είναι ότι διακατέχεσαι από τη θανατερή πλάνη της βέβαιης επίγνωσης.
#2: Η βιασύνη είναι ό,τι πιο ασυνεπές για την επίτευξη ενός σπουδαίου στόχου.
(«1 κακή κίνηση μηδενίζει 40 καλές». – Μπέρνχαρντ Χόρβιτς)
Αν και το σκάκι, σε ένα ψυχολογικό επίπεδο, συμβολίζει τη μάχη του ανθρώπου με το λάθος, σε πραγματικό χρόνο καθρεφτίζει τη μάχη του ανθρώπου με την ανυπομονησία του.
Στο σκάκι, με το πέρασμα των αιώνων και την επακόλουθη τελειοποίηση της θεωρίας, γίνεται ολοένα και πιο ευδιάκριτη μια μετατόπιση από τη στρατηγική στην τακτική: από το σταδιακά (=αργά =υπομονετικά) θεμελιωμένο γενικό / μακροπρόθεσμο πλάνο στον παροδικό / ευκαιριακό ελιγμό. Παρά το γεγονός, ωστόσο, ότι η συντριπτική πλειονότητα των παιχνιδιών που έχουν νικητή κρίνεται από κάποια τακτική που διέλαθε της προσοχής του ηττημένου, η σημασία της στρατηγικής παραμένει καίρια, καθώς, όπως έχει περίφημα δηλώσει και ο Αμερικανός θρύλος του σκακιού Μπόμπι Φίσερ, «οι τακτικές ρέουν από ανώτερες θέσεις». Ισοδύναμα στη ζωή, οι γρήγοροι κι εντυπωσιακοί ελιγμοί μπορούν συχνά να επιφέρουν τη νίκη, αλλά αυτή η ευελιξία είναι δυνατή μόνο όταν βρίσκεσαι σε μια ήδη πλεονεκτική θέση – και η πλεονεκτική θέση αποτελεί συνήθως καρπό ενός μεθοδικού κι επίμοχθου αγώνα που έχει προηγηθεί.
#3: Πολλές φορές, για να πετύχεις τον στόχο σου, θα πρέπει να θυσιάσεις ό,τι πιο πολύτιμο έχεις.
(“Sac, sac and mate”. – Bobby Fischer)
Ένας σπουδαίος συγγραφέας (και φυσικά μεγάλος παίκτης) του σκακιού, ο Σαβιέλλι Ταρτακόβερ, έγραψε κάποτε ότι «για να αποφύγουν την απώλεια ενός κομματιού, πολλοί παίκτες έχασαν τελικά την παρτίδα». Στην ορολογία του σκακιού, δύο λέξεις έχουν κεντρική σημασία: η θυσία και η αποζημίωση (για τη θυσία). Ίδιον των έμπειρων παικτών συνιστά η ικανότητά τους να ζυγοσταθμίζουν την εκάστοτε θέση με ακρίβεια, έτσι ώστε να είναι σε θέση να υπολογίζουν σωστά την αναλογία θυσίας και αποζημίωσης. Πολλές φορές η καλύτερη επιλογή σε μια δεδομένη θέση μοιάζει παράτολμη, καθώς απαιτεί τη θυσία ενός πολύτιμου κομματιού, προκειμένου να εξασφαλιστεί ένα πλεονέκτημα. – Όπως στο σκάκι έτσι και στη ζωή, η προοπτική νίκης εμφανίζεται μόνο όταν είμαστε διατεθειμένοι να στερηθούμε κάτι που μας είναι πολύτιμο.
#4: Τόλμα ν’ αποτύχεις.
(«Χωρίς το λάθος, δεν μπορεί να υπάρχει η ιδιοφυής σύλληψη». – Εμάνουελ Λάσκερ)
Μιλώντας για θυσίες στο σκάκι, είναι απαραίτητο να αναφερθεί, σε αυτό το σημείο, ο πιο ένδοξος παίκτης όλων των εποχών για τις θυσίες του και, γενικότερα, το άγρια επιθετικό κι όμορφο παιχνίδι του, Μιχαήλ Ταλ. Ένα από τα διασημότερα αποφθέγματα του επονομαζόμενου «Μάγου της Ρίγα» είναι το εξής: «Πρέπει να πάρεις τον αντίπαλό σου σε ένα σκοτεινό, μαύρο δάσος, όπου 2+2=5, και ο δρόμος που οδηγεί έξω είναι αρκετά φαρδύς για έναν». Ο Ταλ έμοιαζε να ενσαρκώνει ένα μνημειώδες απόφθεγμα του Άρον Νίμζοβιτς: «η απειλή είναι πιο επικίνδυνη από την εκτέλεση».
Η αντίληψη του Ταλ για τις θυσίες («Υπάρχουν δύο ειδών θυσίες: οι σωστές και οι δικές μου») υποδήλωνε τη γενικότερη προσέγγιση του στο παιχνίδι: την εξιδανίκευση της σκακιστικής αποκοτιάς, την έλλειψη φόβου μπροστά στο λάθος και την αποτυχία, και την ανεξάλειπτη εμπιστοσύνη στο πείραμα. Το δίδαγμα που αντλούμε από τη σκακιστική φιλοσοφία του συνοψίζεται στη σοφή ρήση του θρυλικού Χοσέ Ραούλ Καπαμπλάνκα: «Μπορείς να μάθεις πολλά περισσότερα από ένα παιχνίδι που έχασες απ’ ό,τι από ένα παιχνίδι που κέρδισες. Θα πρέπει να χάσεις εκατοντάδες παιχνίδια μέχρι να γίνεις καλός παίκτης».
#5: Υπάρχει πάντα κάποιος καλύτερος από σένα (αλλά δεν πειράζει!).
(«Το σκάκι είναι αρκετά όμορφο για να χαραμίσει κανείς τη ζωή του σ’ αυτό». – Χανς Ρέε)
Τελειώνοντας από εκεί που ξεκινήσαμε, είδαμε ότι ακόμα και για τον Κασπάροφ, ίσως τον κορυφαίο στην ιστορία του παιχνιδιού, προέκυψε ένας «καλύτερος» παίκτης. Νομίζω πως το σημαντικότερο μάθημα που μπορεί να δώσει σε κάποιον το σκάκι είναι το μάθημα της ταπεινότητας: η εδραίωση της συνειδητοποίησης ότι πάντα θα βρίσκεται κάποιος που μπορεί να κάνει καλύτερα αυτό που κάνεις εσύ. Και ακριβώς γι’ αυτό, το όλο διακύβευμα δεν έγκειται εν τέλει στην απόδειξη της ανωτερότητας αλλά στην ανάδειξη της μοναδικότητας. Αυτό που έκανε, στην πραγματικότητα, ο Κράμνικ ήταν να εξουδετερώσει την έννοια του «καλύτερου». Αυτό που απέδειξε είναι ότι μπορείς να κατακτήσεις τους στόχους σου, όχι όντας ο αντικειμενικά «καλύτερος» αλλά με τη μοναδικότητά σου.