Η ψυχολογία της Αποκάλυψης: γιατί πιστεύουμε ότι «το τέλος είναι κοντά»

Δεν υπάρχει ευκολότερο πράγμα από το να ξεγελάει κανείς τον εαυτό του. Γιατί ό,τι επιθυμούμε, πρόθυμα και το πιστεύουμε. Η πραγματικότητα, όμως, πολλές φορές είναι διαφορετική.

 Δημοσθένης

Τη δεκαετία του ’70, το πιο ευπώλητο non-fiction βιβλίο αγγλικής γλώσσας παγκοσμίως ήταν Ο εκλιπών μέγας πλανήτης Γη (“The Late, Great Planet Earth”) του Hal Lindsey. Ο Λίντσεϊ συνιστούσε, ουσιαστικά, το αρχετυπικό δείγμα του τυχοδιώκτη απατεώνα Αμερικανού τηλευαγγελιστή που θησαύριζε αμολώντας θεολογικές αερολογίες σε ευρέως εξηλιθιωμένες αμερικανικές μάζες, τις οποίες φλόμωνε συχνά-πυκνά με ζουμερές εσχατολογικές φαντασιώσεις. Μια ματιά στους τίτλους των βιβλίων του είναι δηλωτική: Satan is Alive and Well on Planet Earth, There’s a New World Coming, The Final Battle, Planet Earth: The Final Chapter κτλ.

Παρ’ όλη την πλατιά δημοφιλία, ωστόσο, αρκετών εκ των άνω αναφερθέντων συγγραφικών εξαμβλωμάτων, κανένα βιβλίο του δεν απήλαυσε τόσο τεράστια εμπορική επιτυχία όσο Ο εκλιπών μέγας πλανήτης Γη. Ο λόγος μάλλον απλός: ήταν το βιβλίο που προσδιόριζε με ακρίβεια το χρονικό πλαίσιο της συντέλειας του κόσμου!

Ο Λίντσεϊ πίστευε ακλόνητα στο αλάνθαστο της Βίβλου, και, επιπλέον, θεωρούσε ότι, μέσα από αυτήν, μπορούμε να μάθουμε με απόλυτη πιστότητα το πώς ο Θεός επιθυμεί να ζούμε και να συμπεριφερόμαστε, αλλά και –πιο σημαντικά– το τι ακριβώς σχεδίαζε για το μέλλον, και πώς θα υλοποιούσε τα σχέδιά του. Στοχεύοντας τις ερμηνευτικές του δυνάμεις προς την αποκωδικοποίηση του επερχόμενου Αρμαγεδδώνα, ο Λίντσεϊ εστίασε σε ένα (διασήμως) αμφιλεγόμενο χωρίο της Καινής Διαθήκης που αναφέρεται ακριβώς στο τέλος του κόσμου:

Πάρτε το μάθημα από τη συκιά: Όταν πια μαλακώσουν τα κλαδιά της και βγάλει φύλλα, καταλαβαίνετε πως το καλοκαίρι είναι κοντά. Έτσι και σεις, όταν δείτε όλα αυτά, να καταλάβετε ότι πλησιάζει, είναι στην πόρτα. Αληθινά σας λέω πως ετούτη η γενιά δεν πρόκειται να παρέλθει μέχρι να γίνουν όλα αυτά. (Μτ. 24:32-34)

Καθώς η συκιά χρησιμοποιείται συχνά στη Βίβλο ως σύμβολο του έθνους του Ισραήλ, ο Λίντσεϊ εξήγαγε το συμπέρασμα πως η άνθιση της συκιάς πρέπει να ταυτιζόταν με την «άνθιση» του Ισραήλ. Τι ακριβώς σήμαινε αυτό; Πότε άνθισε το Ισραήλ; Όταν επανιδρύθηκε ως ανεξάρτητο κράτος το 1948. Εφόσον το τέλος θα ερχόταν στην εποχή της ίδιας γενιάς όπου συνέβη η άνθιση, και με δεδομένο ότι μια γενιά στη Βίβλο διαρκεί 40 χρόνια, ο Λίντσεϊ εξόρυσσε τον επακριβή καθορισμό του χρονικού ορίζοντα της Αποκάλυψης: το τέλος θα έρθει μεταξύ των ετών 1948 και 1988. – Ουκ ολίγοι ευλαβείς (πλην ευκολόπιστοι) Αμερικανοί χριστιανοί ετοιμάστηκαν για τη μεγάλη ώρα της Κρίσης, καθώς πλησίαζε το μοιραίο έτος, 1988∙ μολαταύτα, το τέλος τελικά δεν ήρθε…

Η ερμηνεία του Λίντσεϊ, πέρα από τον προφανή συνονθυλευματώδη χαρακτήρα της, λόγω του θρησκευτικού φανατισμού από τον οποίο εκπορεύτηκε, αποτελεί και κλασικό παράδειγμα αυθυποβολής στην επιβεβαίωση προκατάληψης, την τάση, δηλαδή, που έχει ο εγκέφαλός μας να ερμηνεύει τα δεδομένα βάσει των προσχηματισμένων πεποιθήσεών του, ούτως ώστε να επιβεβαιώνει ακριβώς αυτές τις πεποιθήσεις. [1] Είναι εντυπωσιακό, λόγου χάρη, ότι ο ίδιος ο Λίντσεϊ φαίνεται να παραβλέπει το τι λέει ο Ιησούς μόλις 2(!) στίχους πιο κάτω: ότι περί της ακριβούς ώρας και ημέρας της συντέλειας δεν γνωρίζουν ούτε οι άγγελοι ούτε καν ο ίδιος, παρά μόνο ο Θεός!

Χωρίς αμφιβολία, ο Λίντσεϊ και οι ακόλουθοί του δεν αποτελούν την εξαίρεση αλλά μάλλον τον κανόνα σε ό,τι αφορά αυτούς που ακολουθούν κάποια θρησκεία: η πλειονότητα των ανθρώπων που αναμένουν το επικείμενο τέλος του κόσμου είναι πράγματι θρησκευόμενοι. [2] Το απόσπασμα από την Καινή Διαθήκη που είδαμε λίγο πιο πάνω είναι ενδεικτικό: η Αγία Γραφή είναι έμπλεη εσχατολογίας: ο ίδιος ο Ιησούς ήταν ένας αποκαλυπτικός προφήτης, ενώ ο Παύλος πίστευε ότι η Δευτέρα Παρουσία θα γινόταν κατά τη διάρκεια της ζωής του (Α΄ Κορ. 15:52 & Α΄ Θεσ. 4:17)! Και δεν προοιωνίζει, φυσικά, μόνο η Αγία Γραφή την Αποκάλυψη∙ οι περισσότερες θρησκείες του κόσμου σφύζουν από ζοφερά αποκαλυπτικά οράματα και δυσοίωνες προφητείες που προεικονίζουν είτε το οριστικό τέλος της υλικής πραγματικότητας είτε την αειχρόνια εναλλαγή συμπάντων σε μια αδιάρρηκτη κυκλική κοσμολογία.

Στην περίπτωση ενός πιστού, η ψυχολογική εξήγηση μοιάζει ευδιάγνωστη: εφόσον ο κόσμος δημιουργήθηκε για τον άνθρωπο, θα καταστραφεί και γι’ αυτόν. Στον βαθμό, δηλαδή, που εμείς οι άνθρωποι αποτελούμε το πιο πολύτιμο συστατικό στοιχείο του, ο κόσμος δε θα μπορούσε να συνεχιστεί χωρίς εμάς. Επιπλέον, ένας άνθρωπος που πιστεύει στην αέναη μάχη του Καλού με το Κακό, στην αιώνια ζωή και την κόλαση, και, συνεπακόλουθα, στην Τελική Κρίση, νιώθει αυτονόητη την αναγκαιότητα της ώρας που «χωρίζει η ήρα από το σιτάρι». Αν υπάρχει ένα υπερβατικό ον αγάπης και δικαιοσύνης, πρέπει να υπάρχει και η στιγμή που αυτό το ον θα αποδώσει δικαιοσύνη – η στιγμή που οι καλοί θα ανταμειφθούν και οι κακοί θα τιμωρηθούν. Οι άνθρωποι που πιστεύουν, εξάλλου, τείνουν να περιγράφουν την εποχή τους με τα πιο μελανά χρώματα: η εξαχρείωση των θεσμών φαίνεται μεγεθυμένη, ο εκφαυλισμός της κοινωνίας αχαλίνωτος, το κακό μοιάζει πλέον να έχει κυριαρχήσει ολοκληρωτικά. [3] Στον βαθμό που όλα αυτά πρέπει να έχουν κάποιο νόημα ως οργανικό τμήμα ενός θείου σχεδίου, ένας πιστός προσβλέπει στην Αποκάλυψη για την οριστική δικαίωση της ηθικής του ύπαρξης.

Ωστόσο, η πίστη στη συντέλεια του κόσμου δεν συνιστά αποκλειστικό ίδιον των πιστών∙ η «αποκαλυπτολογία» διαπερνά τις συνειδήσεις των περισσότερων ανθρώπων, πιστών και μη. [4] Κι αυτό επειδή η ιδέα του τέλους του κόσμου διεγείρει μια έμφυτη και αρχέγονη πανανθρώπινη προκατάληψη. Ο Shmuel Lissek, νευροεπιστήμονας από το πανεπιστήμιο της Μινεσότα, σημειώνει ότι: «η αρχική αντίδραση σε οποιαδήποτε νύξη συναγερμού είναι ο φόβος: αυτή είναι η αρχιτεκτονική με την οποία είμαστε κτισμένοι». [5] Σε ποια, όμως, διαδικασία ανάγεται αυτή η αρχιτεκτονική; Ο επίκουρος καθηγητής Ψυχολογίας, Clay Routledge, γράφει κατατοπιστικά: «η αναπτυγμένη μας γνωστική ικανότητα, η οποία έστρωσε τον δρόμο για την κυριαρχία μας στον πλανήτη, έστρωσε επίσης τον δρόμο για το υπαρξιακό μας άγχος». [6] Καθώς, λοιπόν, εξελισσόταν ο άνθρωπος, έπρεπε να αναπτύσσει ολοένα και πιο αξιόπιστους μηχανισμούς αυτοσυντήρησης. Σταδιακά, η επιβίωση του είδους μας ευνοούσε την ανάγνωση κάθε πιθανού κινδύνου ως πραγματικού. [7] Αυτό συνέβη διότι, σε πολλές περιπτώσεις, ο άνθρωπος δεν είχε τον απαραίτητο χρόνο να επεξεργαστεί λελογισμένα τις πληροφορίες από τα ερεθίσματα που δεχόταν (σκεφτείτε το κλασικό παράδειγμα του αρχαιότατου προγόνου: ο θόρυβος πίσω από τον θάμνο είναι απλά ο αέρας ή ένα αρπακτικό;). Ως αποτέλεσμα, η φυσική επιλογή πρόκρινε τη γνωστική διαδικασία της αποδοχής κάθε μοτίβου που σηματοδοτεί μια ενδεχόμενη απειλή ως αληθινού: είναι ασφαλέστερο βιολογικά και προτιμότερο ψυχολογικά να είμαστε προετοιμασμένοι για το χειρότερο.

Αυτό, ουσιαστικά, εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την ενδιάθετη τάση πολλών ανθρώπων να πιστεύουν στην καταστροφή του κόσμου, ανεξάρτητα από το πνευματικό, μορφωτικό, περιβαλλοντολογικό και κοινωνικοοικονομικό τους υπόβαθρο. Γι’ αυτό και η Αποκάλυψη παρουσιάζει ετερόκλητες εκφάνσεις: παγκόσμια πολεμική σύρραξη, φονικές ηλιακές καταιγίδες, υπερθέρμανση του πλανήτη, ανεξέλεγκτη εξάπλωση πανδημιών, εισβολή επιθετικών εξωγήινων κ.ά. Ο κοινωνικός ψυχολόγος Jeff Greenberg παρατηρεί σχετικά: «Υπάρχει πάντα κάτι: η πυρηνική βόμβα, ο Κομμουνισμός, και τώρα η τρομοκρατία – χρειαζόμαστε αυτά τα πράγματα ώστε να παλέψουμε ηρωικά εναντίον τους, για να ξεπεράσουμε το άγχος και την ανημποριά μας». [8]

Οι αποκαλυπτικές πεποιθήσεις, προτείνει ο Λίσεκ, καθιστούν τις υπαρξιακές απειλές προβλέψιμες και, συνεπώς, απαλύνουν τον πόνο της επίγνωσης της θνητότητάς μας. [9] Στο πόρισμα του Λίσεκ συγκατατίθενται πολλοί συνάδελφοί του από το Εθνικό Ινστιτούτο Πνευματικής Υγείας στην Αμερική, όπως για παράδειγμα ο Christian Grillon, ο οποίος έχει βρει στις έρευνές του ότι μια δυσάρεστη ή ακόμα και επίπονη εμπειρία είναι σημαντικά πιο υποφερτή όταν την αναμένουμε. [10]

Ο Γκρίνμπεργκ, ειδικότερα, επισημαίνει ότι συνήθως οι άνθρωποι που ελκύονται από αποκαλυπτικά αφηγήματα είναι αυτοί που νιώθουν περιθωριοποιημένοι. [11] Το τέλος του κόσμου ξεβράζει τη δυσαρέσκειά τους και δίνει πνοή στην ελπίδα τους για ένα καλύτερο μέλλον: για τους πιστούς, η Αποκάλυψη προσιδιάζει στο απαραίτητο θάψιμο πριν την ανάσταση∙ για τους κοσμικούς εσχατολόγους, η προετοιμασία για τον όλεθρο τούς αποσπά από τις ανησυχίες και τα αληθινά προβλήματα της καθημερινότητας. Τελικά, το φάσμα του εγγύτατου τέλους κινητοποιεί τους ανθρώπους σε στοχοπροσηλωμένες συμπεριφορές, κάτι που μπορεί να αποδειχτεί θεραπευτικό.

Παραπομπές:

1. https://www.therapia.gr/cognitive-bias/

2. https://u.osu.edu/vanzandt/2019/04/11/apocalypse-now-or-never-the-fallacy-of-doomsday-predictions/

3. ΄Ο.π.

4. https://www.newscientist.com/article/mg21028156-300-the-end-is-always-nigh-in-the-human-mind/

5. https://blogs.scientificamerican.com/observations/psychology-reveals-the-comforts-of-the-apocalypse/

7. https://www.newscientist.com/article/mg21028156-300-the-end-is-always-nigh-in-the-human-mind/

8. https://www.wbur.org/commonhealth/2012/12/20/apocalypse-psychology

9. https://theswaddle.com/what-makes-doomsday-preppers-brace-for-the-apocalypse/

10. https://blogs.scientificamerican.com/observations/psychology-reveals-the-comforts-of-the-apocalypse/

11. https://www.wbur.org/commonhealth/2012/12/20/apocalypse-psychology

Σχολιάστε

Συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε το σχόλιο σας:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s